Φόρτωση...

Αρθρα / Νεα / Blog.

Προσφυγή κατά Πράξης Επιβολής Προστίμου (ΠΕΠ) της ΕΥΠΕΑ (2)

ΕΝΩΠΙΟΝ

ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΠΡΟΣΦΥΓΗ

 

1. Της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «............», με διακριτικό τίτλο «..................», κατόχου ΑΦΜ ................., με έδρα την Αθήνα επί της οδού ....................., όπως νομίμως εκπροσωπείται.

2. Του ........................., κατοίκου ........................., κατόχου ΑΦΜ .........................., υπό την ιδιότητά του ως ομόρρυθμου εταίρου της ως άνω εταιρείας και ατομικά.

 ΚΑΤΑ

1. Της υπ’ αριθμ. ................... Πράξης Επιβολής Προστίμου της Ειδικής Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφάλισης (Ε.ΥΠ.Ε.Α.) του υποκαταστήματος ΙΚΑ Συντάγματος, με έδρα την Αθήνα, οδός Μενάνδρου αρ. 41-43, όπως νομίμως εκπροσωπείται.

2. Κάθε άλλης συναφούς πράξης ή παράλειψης της διοίκησης.

 

Δυνάμει της προσβαλλόμενης υπ’ αριθμ. ................ Πράξης Επιβολής Προστίμου της Ειδικής Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφάλισης (Ε.ΥΠ.Ε.Α.) μας επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο ύψους έντεκα χιλιάδων σαράντα εννέα ευρώ και σαράντα τεσσάρων λεπτών (11.049,44€), για παραβίαση των διατάξεων του άρθρου 20 του ν. 4255/2014 και των άρθρων 1 και 2 της ΥΑ Φ.11321/11115/802/2014. Ειδικότερα, η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε γιατί σύμφωνα με το υπ’ αριθμ................. Δελτίο Ελέγχου της Ε.ΥΠ.Ε.Α., κατά τον έλεγχο που διενεργήθηκε από τα αρμόδια όργανα στις 2 Απριλίου 2016 και ώρα 21:35 μ.μ. στην επιχείρηση ιδιοκτησία μου με την επωνυμία «......................» και με διακριτικό τίτλο «..................», με έδρα το Κολωνάκι επί της οδού ................., διαπιστώθηκε η μη αναγραφή στον Πίνακα Προσωπικού (Ε4) της ........................... και η δήθεν μη τήρηση του ισχύοντα Πίνακα Προσωπικού (Ε4). Πιο συγκεκριμένα, μου επιβλήθηκαν τα κάτωθι πρόστιμα: α/ πρόστιμο ποσού δέκα χιλιάδων πεντακοσίων σαράντα εννέα ευρώ και σαράντα τεσσάρων λεπτών (10.549,44€) για μη αναγραφή στον Πίνακα Προσωπικού της δήθεν εργαζόμενης ................................., ηλικίας άνω των 25 ετών, β/ πρόστιμο ποσού πεντακοσίων ευρώ (500€) για δήθεν μη τήρηση του ισχύοντα Πίνακα Προσωπικού. Ήτοι συνολικό ποσό έντεκα χιλιάδων σαράντα εννέα ευρώ και σαράντα τεσσάρων λεπτών (11.049,44€).

Κατά της ανωτέρω πράξης προσφεύγω νομίμως και εμπροθέσμως με την παρούσα, για τους παραδεκτούς, νομικά και ουσιαστικά βάσιμους λόγους που θα εκθέσω κατωτέρω:

Α. ΜΗ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ ΣΧΕΣΗ

Η ................................... για την οποία επιβλήθηκε το πρόστιμο ως δήθεν εργαζόμενη στην επιχείρησή μου τυγχάνει η σύζυγος του δεύτερου εξ ημών των προσφευγόντων ..................... Με την ....................., γεννηθείσα στις 3.4.1968, είμαστε παντρεμένοι από τις 4 Ιανουαρίου 1997 έως και σήμερα, έχουμε δε αποκτήσει μαζί τρία τέκνα, τον .............., ηλικίας σήμερα 18 ετών, τον ............., ηλικίας σήμερα 15 ετών και την ........ ηλικίας σήμερα 8 ετών. Η σύζυγός μου τυγχάνει πτυχιούχος του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, με μεταπτυχιακό δίπλωμα από το πανεπιστήμιο της Γλασκώβης στo διεθνές μάρκετιν (international marketing). Η εργασιακή της απασχόληση, καθόλο τον εργασιακό της βίο, είχε να κάνει αποκλειστικά με το αντικείμενο των σπουδών της.

Ειδικότερα, από το Μάιο του 1995 έως τον Οκτώβριο του 2004 εργάστηκε ως ιδιωτική υπάλληλος στο τμήμα μάρκετιν της εταιρείας B.D.F. Beiersdorf Hellas Α.Ε. με έδρα το Γέρακα Αττικής. Από το Νοέμβριο του 2004 έως τον Ιούλιο του 2013 εργάστηκε ως ιδιωτική υπάλληλος και υπεύθυνη του τμήματος μάρκετιν της φαρμακευτικής εταιρείας Omega Pharma Hellas, με έδρα τη Ν. Ερυθραία Αττικής. Εν συνεχεία, για ένα έτος και δη από τον Αύγουστο του 2013 έως τον Μάιο του 2014 ήταν άνεργη. Και τον Ιούνιο του 2014 έως και τον Ιανουάριο του 2016 εργαζόταν και πάλι ως υπεύθυνη του τμήματος μάρκετιν (marketing manager) στην εταιρεία Flax, με έδρα τον Άγ. Δημήτριο Αττικής. Έκτοτε, δεν εργάζεται. Όπως, λοιπόν, γίνεται αντιληπτό και προαναφέρθηκε, η σύζυγος του δεύτερου εξ ημών των προσφευγόντων, καθ’ όλη τη διάρκεια του εργασιακού της βίου, απασχολείτο σε αντικείμενο συναφές των σπουδών της, μη έχουσα ποτέ καμία ανάμιξη στις επιχειρηματικές μου δραστηριότητες.

Το Σάββατο 2 Απριλίου του 2016 και ώρα 21:30 μμ, όταν και έγινε ο έλεγχος, η σύζυγός μου με είχε επισκεφτεί στο κατάστημα, μαζί με τον πρώτο της ξάδερφο και ανάδοχο του δεύτερου τέκνου μας, ................ και τη μικρή του κόρη. Όλοι μαζί κάθονταν σε τραπέζι εντός του καταστήματος και με περίμεναν, καθώς εγώ τακτοποιούσα το κατάστημα, προκειμένου να κλείσω και να αναχωρήσουμε για το σπίτι μας.

Λίγο πριν μπουν οι ελεγκτές στο κατάστημα, χτύπησε το τηλέφωνο, το οποίο βρίσκεται σ’ ένα μικρό γωνιακό γραφειάκι που έχω φτιάξει μέσα στο κουζινάκι του καταστήματος, πίσω ακριβώς απ’ το πάγκο. Στο τηλέφωνο ήταν ο ένας απ’ τους υιούς μας, ο οποίος κάτι ήθελε να πει στη σύζυγό μου, την οποία τότε εγώ φώναξα να έρθει στο κουζινάκι για να του μιλήσει. Καθώς η σύζυγός μου μιλούσε στο τηλέφωνο με τον γιο μας, εισήλθαν στο μαγαζί οι ελεγκτές, οι οποίοι μου ζήτησαν να δουν τον Πίνακα Προσωπικού που είχα αναρτημένο ακριβώς πάνω απ’ το γραφειάκι της μικρής κουζίνας, όπου βρισκόταν η σύζυγος και μιλούσε στο τηλέφωνο.

Εγώ όντας νόμιμος και θεωρώντας ότι δεν έχω κανένα λόγο να ανησυχώ, τους κάλεσα να περάσουν από μέσα απ’ τον πάγκο, στο κουζινάκι, για να δουν τον Πίνακα. Όταν, όμως, αυτοί είδαν τη σύζυγό μου, εντελώς αυθαίρετα θεώρησαν ότι είναι εργαζόμενη! Αμέσως, φυσικά, τους εξηγήσαμε ότι πρόκειται για τη σύζυγό μου και ουδεμία εργασιακή σχέση μας συνδέει κι ότι απλά βρισκόταν εκεί γιατί με περίμενε να αναχωρήσουμε για το σπίτι μας! Τους επέδειξα, μάλιστα, τον Πίνακα Προσωπικού, στον οποίο αναγράφονταν τα ονόματα των πραγματικών υπαλλήλων του καταστήματος! Αφού μας άκουσαν, έδειξαν πως κατάλαβαν και μας ενημέρωσαν ότι δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας κι ότι εφόσον είναι έτσι τα πράγματα δεν πρόκειται να επιβληθεί πρόστιμο. Παρ’ όλα αυτά, ζήτησαν να υπογράψουμε το Δελτίο Ελέγχου ως δήθεν καθαρά τυπική διαδικασία. Κι ενώ πιστέψαμε μετά ταύτα ότι έχει λήξει εκεί η υπόθεση, λίγες ημέρες μετά κοινοποιήθηκε στο κατάστημα η προσβαλλόμενη πράξη!

Έτσι και μόνο έτσι έχουν τα πραγματικά περιστατικά που έλαβαν χώρα κατά τη διενέργεια του ελέγχου, η δε αυθαίρετη και παραπλανητική συμπεριφορά των αρμόδιων ελεγκτικών οργάνων είναι μη νόμιμη και η πράξη τους άδικη και ακυρωτέα.

Περαιτέρω, θα πρέπει να επισημανθούν τα εξής: Η επιχείρηση ιδιοκτησίας ημών των προσφευγόντων άρχισε να λειτουργεί τον Σεπτέμβριο του 2014, ήτοι τυγχάνει νεοσυσταθείσα. Υπεύθυνος για την καθημερινή και την εν γένει λειτουργία της είμαι εγώ, ο δεύτερος των προσφευγόντων, ομόρρυθμος εταίρος και διαχειριστής της εταιρείας. Η δε ετερόρρυθμη εταίρος αυτής, που έχει καταβάλει την εισφορά της, έχει μόνο τυπική συμμετοχή σ’ αυτήν και ουδεμία πραγματική ενασχόληση έχει με το κατάστημα.

Από την πρώτη ημέρα εγώ, ο δεύτερος των προσφευγόντων, φροντίζω να τηρώ όλους τους κανόνες ορθής λειτουργίας της επιχείρησης, τόσο αναφορικά με τις απαιτούμενες άδειες λειτουργίας όσο και αναφορικά με το προσωπικό που απασχολείται. Ειδικότερα, η επιχείρηση διαθέτει την υπ’ αριθμ. ................. άδεια ίδρυσης και λειτουργίας καταστήματος, είναι ένα μικρό και ήσυχο καφέ-ζαχαροπλαστείο επί της οδού .............. στο Κολωνάκι, με δυνατότητα ανάπτυξης ελάχιστων τραπεζοκαθισμάτων (οκτώ σταθερών καθισμάτων, δέκα κινητών καθισμάτων και οκτώ σκαμπό, όπως ακριβώς αναγράφεται στην άδεια) και στεγάζεται εντός μισθωμένου ισογείου καταστήματος 74,86 τ.μ. . Αποτελείται από έναν ενιαίο χώρο στον οποίο βρίσκονται τα τραπεζοκαθίσματα και ο μπουφές μέσα απ’ τον οποίο παρασκευάζονται τα ροφήματα και ένα μικρό κουζινάκι, στο οποίο υπάρχουν δύο ψυγεία, ο νεροχύτης κι ένας φούρνος μικροκυμάτων. Εκεί, στο κουζινάκι, έχω φτιάξει ένα υποτυπώδες γωνιακό γραφειάκι, όπου τοποθετώ λογαριασμούς και λοιπά έγγραφα, πάνω απ’ το τοίχο του οποίου έχω αναρτημένο τον Πίνακα Προσωπικού.

Όσον αφορά το προσωπικό, απασχολώ ανά περιόδους άλλοτε έναν άλλοτε δύο υπαλλήλους που δουλεύουν εκ περιτροπής, ανάλογα με την εποχή και τις ώρες αιχμής των καταστημάτων, καθώς το κατάστημα είναι μικρό και δεν απαιτεί μεγάλο αριθμό εργαζομένων, ενώ παράλληλα προσφέρω κι εγώ προσωπική εργασία. Ειδικότερα: α/στις 10.10.2014, και δη με την έναρξη λειτουργίας, προσελήφθην η Μπελτεγρή Αικατερίνη, με την ειδικότητα της πωλήτριας και δη της σερβιτόρας, με ωράριο εργασίας από τις 13:40 μ.μ. έως τις 22:00 μ.μ. από την Τρίτη έως και το Σάββατο, β/ στις 14.10.2014 προσελήφθην η Μαυροειδή Μαρία, με την ίδια ειδικότητα, με ωράριο εργασίας από τις 8:00 π.μ. έως τις 14:15 μ.μ. από Δευτέρα έως και Παρασκευή, γ/ στις 6.3.2015 προσελήφθην η Ρουσοπούλου Στυλιανή, με την ίδια ως άνω ειδικότητα, με ωράριο εργασίας το Σάββατο από 10:00 π.μ. – 18:20 μ.μ., την Κυριακή από 11:00 π.μ. – 15:00 μ.μ., τη Δευτέρα από 12:00 μ.μ. – 15:00 μ.μ., την Τετάρτη από 12:00 μ.μ. – 14:00 μ.μ. και την Παρασκευή από 11:00 π.μ. – 14:00 μ.μ., δ/ στις 21.3.2015 προσελήφθην η Buznean Simona-Mihaela, με την ίδια ειδικότητα και ωράριο εργασίας το Σάββατο και την Κυριακή από 12:00 μ.μ. – 16:10 μ.μ., ε/ στις 14.10.2015 προσελήφθην ο Χατζηαναστασιάδης Αθανάσιος, με την ειδικότητα του πωλητή – σερβιτόρου, με ωράριο εργασίας το Σάββατο και την Κυριακή από 12:00 μ.μ. – 18:20 μ.μ., τη Δευτέρα από 16:00 μ.μ. – 20:00 μ.μ., την Τετάρτη από 13:00 μ.μ. – 17:00 μ.μ. και την Παρασκευή από 12:00 μ.μ. – 16:00 μ.μ., στ/ στις 14.11.2015 προσελήφθην η Κύριο Ελένη, με την ειδικότητα της πωλήτριας – σερβιτόρας, με ωράριο εργασίας από Δευτέρα έως Τετάρτη από 15:50 μ.μ. – 22:00 μ.μ. και Σάββατο, Κυριακή από 12:00 μ.μ. – 20:20 μ.μ., ζ/ στις 9.11.2015 προσελήφθην ο Αρβανίτης Θεόδωρος ως πωλητής – σερβιτόρος, με ωράριο από 15:40 μ.μ. – 22:00 μ.μ. καθημερινά και η/ στις 6.4.2016 προσελήφθην ο Μεσσήνης Κωνσταντίνος, ο οποίος εργάζεται κάθε Τετάρτη από τις 18:00 μ.μ. έως τις 22:00 μ.μ. και κάθε Σάββατο και Κυριακή από τις 13:40 μ.μ. έως τις 22:00 μ.μ.

Όπως γίνεται αντιληπτό εκ των ανωτέρω, κατά το μικρό χρονικό διάστημα λειτουργίας τους καταστήματός μου ακόμα και για την ολιγοήμερη απασχόληση ενός εργαζομένου φροντίζω να τηρώ την νόμιμη διαδικασία, προβαίνοντας στις αντίστοιχες αναγγελίες πρόσληψης ή οικειοθελούς αποχώρησης ενώπιον της αρμόδιας υπηρεσίας. Επιπλέον, λόγω του μικρού μεγέθους του καταστήματος -μόλις 74 τμ- δεν απαιτείται μεγάλος αριθμός προσωπικού για την ομαλή του λειτουργία, δεδομένου ότι ταυτόχρονα παρέχω κι εγώ την προσωπική μου εργασία.

Στις 2.4.2016, ημέρα του ελέγχου, εργαζόταν στο κατάστημα η τέταρτη απ’ τους ανωτέρω εργαζομένους, Simona – Mihaela, η οποία έφυγε στις 16:00 μμ, όταν τελείωσε η βάρδιά της, οπότε και κρατούσα το κατάστημα μόνος μου, καθώς είχαν κλείσει τα εμπορικά καταστήματα στο Κολωνάκι και η κίνηση ήταν περιορισμένη. Γι’ αυτό το λόγο, εξάλλου, το κατάστημά μου κλείνει έτσι κι αλλιώς κάθε μέρα στις 22:00 μμ. Λίγο πριν το κλείσιμο, λοιπόν, ως προείπα είχαν έρθει να με δουν η σύζυγός μου με τον ξάδελφό της και κουμπάρο μας και τη μικρή του κόρη, οι οποίοι απλά με περίμεναν για να αναχωρήσουμε όλοι μαζί!

Β. ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΟΥΣΙΩΔΟΥΣ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Επειδή στο άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του». Περαιτέρω, στο άρθρο 6 του Κ.Δ.Διαδ., που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 ορίζεται ότι: «Οι διοικητικές αρχές, πριν από κάθε άλλη ενέργεια ή μέτρο σε βάρος των δικαιωμάτων των διοικουμένων ή συμφερόντων συγκεκριμένου προσώπου, οφείλουν να καλούν τον ενδιαφερόμενο να εκφράσει τις απόψεις του, εγγράφως ή προφορικώς, ως προς τα σχετικά ζητήματα. Η κλήση προς ακρόαση είναι έγγραφη, αναφέρει τον τόπο, την ημέρα και την ώρα της ακρόασης, προσδιορίζει δε το αντικείμενο του μέτρου ή της ενέργειας. Η κλήση κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο τουλάχιστον πέντε (5) πλήρεις ημέρες πριν από την ημέρα της ακρόασης. Ο ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα να λάβει γνώση των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων και να προβεί σε ανταπόδειξη. Η τήρηση της προαναφερόμενης διαδικασίας, καθώς και η λήψη υπόψη των απόψεων του ενδιαφερομένου, πρέπει να προκύπτουν από την αιτιολογία της διοικητικής πράξης. Το υιοθετούμενο μέτρο πρέπει να λαμβάνεται μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα από την ακρόαση του ενδιαφερομένου. 3. Αν η άμεση λήψη του δυσμενούς μέτρου είναι αναγκαία για την αποτροπή κινδύνου ή λόγω επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος, είναι, κατ’ εξαίρεση, δυνατή η χωρίς προηγούμενη κλήση του ενδιαφερομένου, ρύθμιση.... 4. Οι διατάξεις των παρ. 1 και 2 εφαρμόζονται και όταν οι σχετικές με τη δυσμενή διοικητική πράξη διατάξεις, προβλέπουν τη δυνατότητα άσκησης διοικητική προσφυγής». Τέλος, στο άρθρο 33 παρ. 1 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «1. Από την έναρξη της ισχύος του Κώδικα, αν σε αυτόν δεν ορίζεται διαφορετικά, καταργείται κάθε γενική διάταξη η οποία αναφέρεται σε θέμα ρυθμιζόμενο από αυτόν». Εξάλλου, στην εισηγητική έκθεση το ως άνω νόμου, όσον αφορά τη διάταξη του ανωτέρω άρθρου 6, αναφέρονται τα εξής: «Ρυθμίζεται η άσκηση του συνταγματικώς κατοχυρωμένου δικαιώματος ακρόασης από τις διοικητικές αρχές (άρθρο 20 παρ. 2), με κλήση του διοικούμενου να διατυπώσει τις απόψεις του. Ο ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα αφενός να λάβει γνώση του συνόλου των στοιχείων του φακέλου και αφετέρου να προβεί στην ανταπόδειξη. Από την αιτιολογία που συνοδεύει τη διοικητική πράξη, η οποία εκδίδεται σχετικώς, πρέπει να προκύπτει η τήρηση της διαδικασίας, καθώς και η λήψη υπόψη των ισχυρισμών του διοικουμένου, χωρίς να είναι αναγκαία η διατύπωση κρίσης γι’ αυτούς.... Στην παρ. 4 ορίζεται ότι η άσκηση του δικαιώματος εξακολουθεί να είναι υποχρεωτική για τη Διοίκηση, όταν προβλέπεται διοικητική προσφυγή (ειδική ή ενδικοφανής). Η διάταξη αυτή είναι αντίθετη προς τη νομολογία του ΣτΕ, οδηγεί, όμως, σε πληρέστερη εφαρμογή της σχετικής συνταγματικής επιταγής και σε πληρέστερη προστασία του διοικουμένου».

Επειδή, από τις παραπάνω διατάξεις, σε συνδυασμό με την εισηγητική  έκθεση του νόμου τούτου, συνάγεται ότι αυτές αποτελούν νομοθετική πλέον ρύθμιση της άσκησης του συνταγματικώς κατοχυρωμένου δικαιώματος ακρόασης από τις διοικητικές αρχές (άρθρο 20 παρ. 2 Σ), άγουσες σε πληρέστερη εφαρμογή της σχετικής συνταγματικής επιταγής και σε πληρέστερη προστασία του διοικουμένου. Και τούτο διότι με την ανωτέρω ρητή επιταγή του νόμου (άρθρο 6) ρυθμίζεται κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο ο ειδικότερος τύπος και τρόπος  άσκησης του εν λόγω δικαιώματος και καθορίζεται η έννοια αυτού και το ακριβές περιεχόμενό του. Συγκεκριμένα, ενόψει της νεότερης αυτής νομοθετικής ρύθμισης, σε περίπτωση επικείμενης έκδοσης δυσμενούς, για τον διοικούμενο, ατομικής διοικητικής πράξης ή ενέργειας ή μέτρου εν γένει, η διοικητική αρχή οφείλει να καλεί αυτόν, αλλά και κάθε ενδιαφερόμενο γενικά, εγγράφως, και μάλιστα με τον ειδικότερο τρόπο και περιεχόμενο που αναφέρεται στις διατάξεις αυτές, να εκφράσει τις, σχετικές με το εκάστοτε θέμα, απόψεις του, προβαίνοντας ακόμα και σε ανταπόδειξη, καθώς και να λάβει υπόψη της, κατά την έκδοση της πράξης, τις πιθανώς εκτεθείσες απόψεις, αλλά και τα τυχόν αποδεικτικά στοιχεία που θα επικαλεστεί και θα προσκομίσει ο διοικούμενος. Από τη διατύπωση της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 6 Κ.Δ.Διαδ., αλλά και από την εισηγητική έκθεση του ν. 2690/1999, συνάγεται ότι το εύρος της εφαρμογής της διάταξης αυτής συμπίπτει μ’ εκείνο της παρ. 2 του άρθρου 20 του Συντάγματος. Επομένως, η παρ. 1 του άρθρου 6 του Κ.Δ.Διαδ., όπως ακριβώς και η προμνησθείσα συνταγματική διάταξη, δεν έχει έδαφος εφαρμογής σε περιπτώσεις δυσμενών διοικητικών πράξεων, οι οποίες εκδίδονται βάσει αντικειμενικών προϋποθέσεων, ασυνδέτως προς οποιαδήποτε υποκειμενική συμπεριφορά του προσώπου, τα συμφέροντα του οποίου θίγει (ΣτΕ 3134/2003, 1724/2003). Αντιθέτως, όταν η έκδοση της δυσμενούς διοικητικής πράξης συνάπτεται όχι μόνο με αποκλειστικώς αντικειμενικά δεδομένα, αλλά και με υποκειμενική συμπεριφορά του βλαπτόμενου από την έκδοση προσώπου, επιβάλλεται η τήρηση της ανωτέρω αρχής της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου.

Το άρθρο 1 περ. α’ της Υ.Α. Φ11321/11115/802/2-6-2014 ορίζει ότι «Ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. και αρμόδιοι υπάλληλοι του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ που κατά τον επιτόπιο έλεγχο διαπιστώνουν την μην αναγραφή εργαζομένου στον ισχύοντα Πίνακα Προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλουν διοικητική κύρωση (πρόστιμο) σύμφωνα με το άρθρο 4 της παρούσας, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκληση του για παροχή εξηγήσεων ως κατωτέρω...». Με την παρούσα υπουργική απόφαση εισάγεται εξαίρεση από την προσκόμιση εξηγήσεων για τον εργοδότη, γεγονός που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις ανωτέρω βασικές αρχές του Κ.Δ.Διαδ. και του Συντάγματος.

Συνεπώς, η παραπάνω Πράξη Επιβολής Προστίμου, εκδοθείσα κατ’ εφαρμογήν της Υ.Α. Φ11321/11115/802/2-6-2014, παραβιάζει κατάφωρα τη συνταγματική αρχή της προηγούμενης ακρόασης. Διότι εάν παρέχονταν το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης, δινόταν δηλαδή στον εργοδότη η δυνατότητα να παρουσιαστεί ενώπιον των αρμόδιων οργάνων σε ακρόαση πριν την έκδοση των σε βάρος του καταλογιστικών πράξεων, προκειμένου να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία για τους ισχυρισμούς του, οι ισχυρισμοί αυτοί, επικαίρως προβαλλόμενοι και εξεταζόμενοι από τα αρμόδια όργανα, στα πλαίσια ακρόασης του εργοδότη προηγουμένης της εκδόσεως των επίδικων καταλογιστικών πράξεων –και όχι επιγενομένως, όπως εν προκειμένω, με την άσκηση της προσφυγής- δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι θα οδηγούσαν τα αρμόδια όργανα σε διαφορετική κρίση σχετικά με την επιβολή των πράξεων αυτών.

Περαιτέρω, για την επιβολή προστίμου ακαταχώριστων εργαζομένων πρέπει προηγουμένως να διαπιστωθεί ότι ο εργοδότης δεν έχει τηρήσει τις σχετικές για τους μισθωτούς υποχρεώσεις του, που απορρέουν από την ασφαλιστική νομοθεσία και, επομένως, εφόσον η επιβολή του προστίμου συναρτάται με την υποκειμενική συμπεριφορά του εργοδότη, πριν από την έκδοση της σχετικής καταλογιστικής πράξης πρέπει να έχει τηρηθεί η διαδικασία της ακρόασής του, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 6 του Κ.Δ.Διαδ. (βλ. ΔΕφ.Αθ. 833/2009).

Επειδή κατά το άρθρο 1 της ανωτέρω υπουργικής απόφασης, ορίζεται ότι επιβολή του διοικητικού προστίμου επιβάλλεται χωρίς προηγούμενη κλήση του εργοδότη για παροχή εξηγήσεων, ωστόσο, δεν προβλέπει, ούτε επικαλείται η εν λόγω διάταξη τους λόγους παράλειψης του τύπου αυτού (ανάγκη άμεσης έκδοσης της πράξης προς αποτροπή κινδύνου ή λόγος επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος). Ο δε τύπος αυτός απαιτείται ακόμα κι όταν προβλέπεται, όπως εν προκειμένω, η άσκηση διοικητικής προσφυγής, συνεπώς η πράξη επιβολής προστίμου αυτή είναι νομικά πλημμελής, λόγω παράβασης ουσιώδους τύπου της διαδικασίας.

Γ. ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ

Κατά την αρχή της αναλογικότητας, η οποία καθιερώνεται ρητώς στο Σύνταγμα (άρθρο 25 παρ. 1), οι επιβαλλόμενοι από τον κοινό νομοθέτη και την διοίκηση περιορισμοί στην άσκηση των ατομικών δικαιωμάτων πρέπει να είναι μόνον οι αναγκαίοι και να συνάπτονται προς τον επιδιωκόμενο από το νόμο σκοπό. Ένα μέτρο που προβλέπεται από διάταξη νόμου ως κύρωση για παράβαση διατάξεως αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητος, όταν από το είδος του ή τη φύση του είναι προδήλως ακατάλληλο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού ή όταν οι δυσμενείς συνέπειες του μέτρου τελούν σε προφανή δυσαναλογία ή υπερακοντίζουν τον επιδιωκόμενο σκοπό (Σ.τ.Ε. 956/2009, 990/2004 Ολομ., Σ.τ.Ε. 4182/2005). Ειδικότερα, συντρέχει παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας που πηγάζει απ’ το Σύνταγμα (αρθ. 25 &1) και θα πρέπει να διέπει τις σχέσεις της διοίκησης με τους διοικουμένους, όταν η προβλεπόμενη από το νόμο κύρωση είναι στη συγκεκριμένη περίπτωση δυσανάλογη προς την παράβαση ή το μέτρο της Διοίκησης δεν έχει ληφθεί με βάση «πρόσφορα κριτήρια». Κατ’ άλλη διατύπωση, το μέσο, δηλαδή ο περιορισμός ατομικού δικαιώματος πρέπει να είναι μόνο ο αναγκαίος και να συνάπτεται προς το σκοπό που επιδιώκει το Σύνταγμα και ο νόμος διότι τόσο ο σκοπός όσο και το μέσο πρέπει να είναι νόμιμα και συνταγματικά. Μετά την αναγνώριση του συνταγματικού χαρακτήρα της αρχής της αναλογικότητας τίθεται ζήτημα αντισυνταγματικότητας των διατάξεων νόμων που δεν παρέχουν στην Διοίκηση την ευχέρεια να καθορίζει το ύψος των κυρώσεων εντός τασσομένων ανωτάτων και κατωτάτων ορίων, σταθμίζοντας σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση την βαρύτητα και τις εν γένει συνθήκες της τελεσθείσας παράβασης.

Σύμφωνα με την αρχή αυτή, τα μέτρα που προβλέπονται από το νόμο, επομένως και οι κυρώσεις, πρέπει να είναι «αναγκαία», δηλαδή να μην είναι υπερβολικά ή πρόδηλα «δυσανάλογα», «κατάλληλα», δηλαδή αποτελεσματικά και ενδεδειγμένα και «αναλογικά με στενή έννοια η ορθολογικά και θετικά ανάλογα», δηλαδή τα πλεονεκτήματα τους αν όχι να υπερσκελίζουν τουλάχιστον να εξουδετερώνουν τα μειονεκτήματα τους με βάση τη στάθμιση κόστους οφέλους. Η συνταγματικότητα, συνεπώς, της επιβολής διοικητικής κύρωσης προϋποθέτει την κρίση για την αντικειμενική της συνάφεια (αναγκαιότητα) και την εύλογη σχέση (αναλογικότητα) με τον επιδιωκόμενο σκοπό δημοσίου συμφέροντος.

Το πρόστιμο α) των 10.549,44€ και γ) των 500€, ήτοι συνολικά 11.049,44€ είναι προφανώς δυσανάλογο της υποτιθέμενης παράβασης και για το σκοπό αυτό, αν γίνει δεκτό ότι στοιχειοθετείται η εν λόγω παράβαση, γεγονός που αρνούμεθα κατηγορηματικά, θα πρέπει να περιορισθεί στο προσήκον μέτρο από το Δικαστήριο σας. Το άτεγκτο και ανελαστικό όσο και άδικο του συστήματος αυτού έχει ήδη κριθεί από την ελληνική νομολογία (ΔΠρΒολ 83/1999 ΔΦΝ 2001, σελ. 281) ως αντίθετο προς το άρθρο 6 της Ε.Σ.Δ.Α. και αντίθετο στην αρχή της αναλογικότητας (ΣτΕ 3370/2008). Στο βαθμό, δηλαδή, που δεν επιτρέπει στην  αρχή και στα διοικητικά δικαστήρια να επιμετρήσουν την επιβλητέα ποινή με εκτίμηση των ιδιαιτέρων συνθηκών συνεπάγεται τον περιορισμό της εξουσίας του δικαστηρίου και αυτό διότι το δικαστήριο της ουσίας περιορίζεται απλώς στην διαπίστωση της παράβασης και την επικύρωση της πράξης επιβολής του προστίμου, χωρίς να μπορεί να παράσχει έννομη προστασία στους προσφεύγοντες, αφού δεν μπορεί να εξετάσει λόγους προσφυγής που αφορούν στην βαρύτητα της παράβασης και το συγκεκριμένο σύστημα αντικειμενικού υπολογισμού. Έτσι το αντικειμενικό σύστημα επιβολής προστίμων αποτελεί στην πραγματικότητα συγκεκαλυμμένη ποινική κύρωση που επιβάλλεται για λόγους γενικής πρόληψης, χωρίς τις εγγυήσεις δικαστικής προστασίας που επιβάλλονται από το άρθρο 6 Ε.Σ.Δ.Α. (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη) και γι’ αυτό το λόγο είναι αντίθετο προς τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

Με άλλες λέξεις θα πρέπει να εφαρμόζεται η επίσης πάγια διοικητική αρχή της επιείκειας, ως περαιτέρω έκφραση της αρχής της χρηστής διοίκησης, δηλαδή της προστασίας των δικαιωμάτων των διοικούμενων, ιδίως των οικονομικώς ασθενέστερων. Εν προκειμένω συντρέχει και παραβίαση της αρχής της προστατευμένης εμπιστοσύνης που θα πρέπει να διέπει τις σχέσεις μεταξύ διοίκησης και διοικούμενων, δηλαδή της επιβαλλόμενης ευθύτητας που θα πρέπει να χαρακτηρίζει τις πράξεις της διοίκησης έναντι των διοικούμενων, όπως και της αρχής της ασφάλειας δικαίου, ήτοι αυτής που αποβλέπει στη δημιουργία σταθερών, ευδιάκριτων διοικητικών καταστάσεων, που δεν επισείουν αμφισβήτησης και αμφιβολίας ως προς τη νομιμότητά τους.

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ για την προστασία της ιδιοκτησίας, ορίζεται ότι «Παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να στερηθή της ιδιοκτησίας αυτού ειμή δια λόγους δημοσίας ωφελείας και υπό τους προβλεπομένους, υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου όρους…» .

Στο δε άρθρο 1 της Υ.Α. Φ11321/11115/802/2-6-2014 ορίζεται ότι “Ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. Και αρμόδιοι υπάλληλοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ που κατά τον επιτόπιο έλεγχο διαπιστώνουν τη μη αναγραφή εργαζόμενου στον ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλουν διοικητική κύρωση (πρόστιμο) σύμφωνα με το άρθρο 4 της παρούσας, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκληση του για παροχή εξηγήσεων ως κατωτέρω:

Παράβαση: Μη αναγραφή εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού.

Επιβαλλόμενο πρόστιμο: ο κατώτατος νόμιμος νομοθετημένος μισθός, μη προσαυξημένος για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί (18) δεκαοκτώ μήνες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο - υπάλληλο και το κατώτατο νόμιμο νομοθετημένο ημερομίσθιο, μη προσαυξημένο για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί τετρακόσιες τρεις (403) ημέρες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο - εργατοτεχνίτη, ανάλογα με την ηλικιακή διάκριση που θεσπίζει η υποπαράγραφος ΙΑ 11 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012.....”

Επειδή, από την παραπάνω διάταξη, σε συνδυασμό με τα αναφερόμενα και στην εισηγητική έκθεση του ν. 4144/2013, συνάγεται ότι ο σκοπός της εν λόγω υπουργικής απόφασης είναι υποτίθεται η προστασία των εργαζομένων και των εργοδοτών από αβάσιμες καταγγελίες και η καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής. Προκύπτει δηλαδή ότι ο σκοπός της ως άνω υπουργικής απόφασης δεν είναι εισπρακτικός, αλλά η δημιουργία εργοδοτικής και ασφαλιστικής συνείδησης.

Επειδή, εξ άλλου, η πρόβλεψη επιβολής σε εργοδότη, για τους εκτεθέντες δημοσίους σκοπούς, κυρώσεων για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, ύψους από 9.197,10€ έως 10.550,54€, ανάλογα με την ηλικία και την ειδικότητα του εργαζομένου, παραβιάζει τη διάταξη του άρθρου 1 του (πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, διότι μπορεί να θέσει σε διακινδύνευση την ιδιωτική περιουσία του εργοδότη. Από το είδος και τη φύση του ανωτέρω μέτρου προκύπτει ότι αυτό είναι προδήλως ακατάλληλο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού της ανωτέρω υπουργικής απόφασης και οι δυσμενείς συνέπειές του τελούν σε προφανή δυσαναλογία και υπερακοντίζουν τον επιδιωκόμενο σκοπό της.

Εν προκειμένω, η επιχείρηση μου, η οποία λειτουργεί ως προανέφερα μόλις απ’ τον Οκτώβριο του 2014, είναι μια μικροεπιχείρηση που συνιστά και τη μοναδική πηγή εισοδήματός μου. Έχω επενδύσει σε αυτήν όλες μου τις οικονομίες και ελπίδες, έχω κοπιάσει για να μπορέσω να την λειτουργήσω και εξακολουθώ να μοχθώ καθημερινά προκειμένου να ορθοποδήσει. Το υπέρογκο για τα οικονομικά μου δεδομένα πρόστιμο που μου επιβλήθηκε υπερβαίνει κατά πολύ ακόμα και τα εξαμηνιαία λειτουργικά έξοδα της επιχείρησής μου! Απειλείται, ως εκ τούτου, σε βάρος μου τεράστια οικονομική, αλλά και ηθική βλάβη, καθώς η καταβολή του ως άνω ποσού θα έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορώ να καλύψω άμεσες βιοτικές μου ανάγκες, αλλά και τα λειτουργικά έξοδα της επιχείρησης μου, οδηγώντας με μετά βεβαιότητας στο κλείσιμο αυτής. Βρίσκομαι, δηλαδή, όντας νέος επιχειρηματίας και οικογενειάρχης και εν μέσω γενικευμένης και σφοδρής οικονομικής κρίσης, στα πρόθυρα της οικονομικής, επαγγελματικής, αλλά και προσωπικής καταστροφής, εξαιτίας μιας άδικης, αυθαίρετης και αντίθετης προς κάθε αρχή του δικαίου καταλογιστικής εις βάρος μου πράξης, για μια παράβαση την οποία ουδέποτε διέπραξα!

Δ. ΑΝΙΣΧΥΡΗ ΚΑΙ ΜΗ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΑ ΥΠΟΥΡΓΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Όπως έχει ήδη κριθεί νομολογιακά, δυνάμει των υπ’ αριθμ. 153 και 156/2016 αποφάσεων του Διοικητικού Πρωτοδικείου Λάρισας, η υπ’ αριθμ. 27397/2013 (Β’ 2062) Υπουργική Απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλειας και Πρόνοιας, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την ΥΑ Φ.11321/11115/802/2014 (Β’ 1551), βρίσκεται εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης και, ως εκ τούτο, είναι ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα (βλ. ΣτΕ 2850/2015).

Ειδικότερα, στο άρθρο 24 του ν. 3996/2011 ορίζεται ότι: «1/ (όπως το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 23 του ν. 4144/2013, ΦΕΚ Α’ 88) Στον εργοδότη που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας επιβάλλεται ύστερα από προηγούμενη πρόσκληση για παροχή εξηγήσεων: Α. Πρόστιμο για καθεμία παράβαση από τριακόσια (300) ευρώ μέχρι πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ με αιτιολογημένη πράξη είτε του αρμόδιου Προϊσταμένου Τμήματος Επιθεώρησης, κατόπιν σχετικής εισήγησης του Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο είτε του αρμόδιου Προϊσταμένου Περιφερειακής Διεύθυνσης Επιθεώρησης, κατόπιν σχετικής εισήγησης του αντίστοιχου Προϊσταμένου Τμήματος Επιθεώρησης είτε του Ειδικού Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο… 2/…. 4/ Προκειμένου περί των κάτωθι ευθέως αποδεικνυόμενων παραβιάσεων της νομοθεσίας, επιβάλλεται κατά περίπτωση διοικητική κύρωση της παρ. 1 περ. α’ ή/και της παρ. 3 του άρθρου 26, μόλις αυτές διαπιστωθούν κατά δέσμια αρμοδιότητα του Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο: α. Στις περιπτώσεις της παρ. 3 του άρθρου 26 και β. Στις εξής περιπτώσεις: αα. Μη ανάρτηση Πίνακα Προσωπικού και προγράμματος ωρών εργασίας, ββ. Μη επίδειξη βιβλίου αδειών, γγ. Μη επίδειξη ειδικού βιβλίου υπερωριών, δδ. Μη επίδειξη βιβλίου ημερήσιων δελτίων απασχολούμενου προσωπικού οικοδομικών και τεχνικών έργων, εε. Μη ανάρτηση κανονισμού εργασίας σε υπόχρεες επιχειρήσεις, στστ. Μη επίδειξη εντύπων όρων ατομικών συμβάσεων εργασίας του προσωπικού, ζζ. Μη επίδειξη εκκαθαριστικών σημειωμάτων αποδοχών προσωπικού για το τελευταίο τουλάχιστον τρίμηνο, ηη. Μη χρήση ή/και μη χορήγηση Μέσων Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ) σε οικοδομικές εργασίες, θθ. Μη επίδειξη της απαιτούμενης άδειας σε χειριστές μηχανημάτων έργου, ιι. Μη επίδειξη πιστοποιητικού απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια σε ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, ιαια. Μη επίδειξη πιστοποιητικού ελέγχου ανυψωτικών μηχανημάτων, ιβιβ. Μη επίδειξη βιβλίου δρομολογίων των οδηγών φορτηγών αυτοκινήτων και οδηγών τουριστικών λεωφορείων. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, η συμπλήρωση των παραβάσεων όσο και η εισαγωγή εξαιρέσεων από αυτή. 5/ Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης κατηγοριοποιούνται οι παραβάσεις, καθορίζεται και ανακαθορίζεται το ύψος του προστίμου σε περίπτωση παραβίασης της εργατικής νομοθεσίας, καθώς και το ύψος του προστίμου του εδαφίου γ’ της παρ. 9 του άρθρου 3 και προσδιορίζονται συγκεκριμένα ποσά ανά παράβαση της περ. β’ της παρ. 4. 6/ Η πράξη επιβολής προστίμου κατά τα ανωτέρω, κοινοποιείται με απόδειξη στον παραβάτη. Κατά της πράξης επιβολής προστίμου ασκείται προσφυγή ουσίας μέσα σε εξήντα ημέρες από την κοινοποίηση ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου... 7/.... 8/ Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μπορεί να τροποποιούνται τα όρια του προστίμου που προβλέπεται από την περ. α’ της παρ. 1.»

Δυνάμει του άρθρου αυτού, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 27397/122/2013 απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλειας και Πρόνοιας, στο άρθρο 1 της οποίας ορίζεται ότι: «α/ Ειδικός Επιθεωρητής Εργασίας ή Επιθεωρητής Εργασίας που διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου στον ισχύονται Πίνακα Προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλει διοικητική κύρωση (πρόστιμο) σύμφωνα με το άρθρο 3 της παρούσας, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκληση του για παροχή εξηγήσεων ως κατωτέρω: Παράβαση: Μη αναγραφή εργαζομένου στον Πίνακα Προσωπικού. Επιβαλλόμενο πρόστιμο: ο κατώτατος νόμιμος νομοθετημένος μισθός, μη προσαυξημένος για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί δεκαοκτώ (18) μήνες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο – υπάλληλο και το κατώτατο νόμιμο νομοθετημένο ημερομίσθιο, μη προσαυξημένο για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί τετρακόσιες τρεις (403) ημέρες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο – εργατοτεχνίτη, ανάλογα με την ηλικιακή διάκριση που θεσπίζει η υποπαράγραφος ΙΑ 11 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012. Συγκεκριμένα, για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο: Για υπάλληλο ηλικίας άνω των 25 ετών.... 10.549,44€...».

Επειδή στην παρ. 2 του άρθρου 43 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Ύστερα από πρόταση του αρμόδιου Υπουργού επιτρέπεται η έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων, με ειδική εξουσιοδότηση νόμου και μέσα στα όριά της. Εξουσιοδότηση για την έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της διοίκησης επιτρέπεται προκειμένου να ρυθμιστούν ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό». Με τη διάταξη αυτή παρέχεται στον κοινό νομοθέτη το δικαίωμα να μεταβιβάζει την αρμοδιότητα προς θέσπιση κανόνων δικαίου στην εκτελεστική εξουσία. Τίθεται δε ο κανόνας (εδάφιο πρώτο) ότι η νομοθετική εξουσιοδότηση παρέχεται προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως αρχηγό της εκτελεστικής εξουσίας, ο οποίος ασκεί τη μεταβιβαζόμενη αρμοδιότητα με την έκδοση προεδρικών διαταγμάτων. Η νομοθετική εξουσιοδότηση, για να είναι νόμιμη, πρέπει να είναι ειδική και ορισμένη, δηλαδή να προβαίνει σε συγκεκριμένο προσδιορισμό του αντικειμένου της και να καθορίζει τα όριά της σε σχέση με αυτό. Η εξουσιοδοτική, επομένως, διάταξη πρέπει να μην είναι γενική και αόριστη, ασχέτως αν είναι ευρεία ή στενή, αν περιλαμβάνει δηλαδή μεγάλο ή μικρό αριθμό περιπτώσεων, τις οποίες η Διοίκηση μπορεί να ρυθμίσει κανονιστικώς βάσει της νομοθετικής εξουσιοδότησης. Η ευρύτητας της εξουσιοδότησης, εφόσον το περιεχόμενό της είναι ορισμένο, δεν επηρεάζει το κύρος της.

Περαιτέρω, με τη διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του ίδιου ως άνω άρθρου 43, προβλέπεται ότι φορέας της νομοθετικής εξουσιοδότησης μπορεί να είναι και άλλας, εκτός του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανα της Διοίκησης, εφόσον όμως παρέχεται εξουσιοδότηση προς ρύθμιση, μεταξύ άλλων, «ειδικότερων» θεμάτων. Ως ειδικότερα θέματα νοούνται εκείνα τα οποία αποτελούν, κατά το περιεχόμενό τους και σε σχέση με την ουσιαστική ρύθμιση που περιέχεται στο νομοθετικό κείμενο, μερικότερη περίπτωση ορισμένου θέματος που αποτελεί το αντικείμενο της νομοθετικής ρύθμισης. Απαιτείται, επομένως, στην περίπτωση αυτή, να περιέχει το νομοθετικό κείμενο όχι απλώς τον καθ’ ύλην προσδιορισμό του αντικειμένου της εξουσιοδότησης, αλλά επιπλέον και την ουσιαστική ρύθμισή του, έστω και σε γενικό, ορισμένο, όμως, πλαίσιο, σύμφωνα με το οποίο θα ενεργήσει η Διοίκηση προκειμένου να ρυθμίσει τα μερικότερα θέματα. Οι ανωτέρω ουσιαστικές ρυθμίσεις μπορούν να υπάρχουν τόσο στις διατάξεις του εξουσιοδοτικού νόμου όσο και σε διατάξεις άλλων νόμων σχετικών με τα θέματα που αποτελούν αντικείμενο της νομοθετικής εξουσιοδότησης (βλ. ΣτΕ 4242/2015, ΣτΕ 3070/2015, ΣτΕ 2325/2013, ΣτΕ 1210/2010 Ολομ.).

Επειδή στο ανωτέρω άρθρο 24 παρ. 1 του ν. 3996/2011 θεσπίζεται ο γενικός κανόνας της επιβολής προστίμου εις βάρος του εργοδότη που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Το πρόστιμο αυτό κυμαίνεται από 300€ έως 50.000€, η δε Διοίκηση, κατά την επιμέτρησή του, λαμβάνει υπόψη της τη σοβαρότητα της παράβασης, την τυχόν επαναλαμβανόμενη μη συμμόρφωση στις υποδείξεις των αρμόδιων οργάνων, τις παρόμοιες παραβάσεις για τις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις στο παρελθόν, το βαθμό υπαιτιότητας, τον αριθμό εργαζομένων, το μέγεθος της επιχείρησης, τον αριθμό των εργαζομένων που θίγονται κλπ.

Για συγκεκριμένες δε, απαριθμούμενες στην παρ. 4 του ίδιου άρθρου ευθέως αποδεικνυόμενες παραβάσεις, προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής έτερων διοικητικών κυρώσεων (χρηματικών κατά βάση), σωρευτική ή διαζευκτικά με το πρόστιμο της παρ. 1. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής της εν λόγω παρ. 4 ορίζεται ότι ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Με όμοια απόφαση δύναται να προσδιορίζονται συγκεκριμένα ποσά προστίμου για τις ως άνω ευθέως αποδεικνυόμενες παραβάσεις (απαριθμούμενες αποκλειστικά στην περ. β’ της παρ. 4 του ίδιου άρθρου), να κατηγοριοποιούνται οι παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας και να ανακαθορίζεται το ύψος του προστίμου που αυτές επισύρουν (παρ. 5), καθώς και να τροποποιούνται τα όρια του προστίμου της παρ. 1 (παρ. 8). Από τις διατάξεις αυτές δεν προκύπτει ότι χορηγήθηκε, στην περίπτωση επιβολής προστίμου για την παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου στον Πίνακα Προσωπικού, εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για θέσπιση συστήματος αντικειμενικής επιβολής προστίμου, κατ’ απόκλιση από το διαγραφόμενο στο ανωτέρω άρθρο 24 παρ. 1 του ν. 3996/2011, διότι τούτο θα απαιτούσε ειδική σχετική πρόβλεψη στον εξουσιοδοτικό νόμο. Εξάλλου, ως τέτοια ειδική πρόβλεψη δεν μπορεί να θεωρηθεί η παρ. 5 του άρθρου 24 του νόμου αυτού, με την οποία παρέχεται η δυνατότητα στον Υπουργό Εργασίας να προσδιορίσει με απόφασή του συγκεκριμένα ποσά προστίμου, για τις ευθέως αποδεικνυόμενες παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας που απαριθμούνται στην περ. β’ της παρ. 4 του ίδιου ως άνω άρθρου, μεταξύ των οποίων και εκείνη της μη ανάρτησης Πίνακα Προσωπικού και προγραμμάτων ωρών εργασίας, δεδομένου ότι η τελευταία συνιστά διαφορετική παράβαση, σε σχέση με την παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου σε Πίνακα Προσωπικού. Ακόμη, όμως, κι αν θεωρηθεί ότι οι προαναφερόμενες εξουσιοδοτήσεις έχουν το συγκεκριμένο περιεχόμενο, στην περίπτωση αυτή, δεν θα ήταν σύμφωνες με το άρθρο 43 παρ. 2 εδ. β’ του Συντάγματος, λόγω του γενικού και αόριστου χαρακτήρα τους. Πράγματι, για να ήταν σύννομη μια τέτοια εξουσιοδότηση θα έπρεπε να περιλαμβάνει αφενός, έστω και σε γενικό αλλά ορισμένο πλαίσιο, τα κριτήρια εκείνα που θα ήταν υποχρεωμένος ο κανονιστικός νομοθέτης να λάβει υπόψη του κατά τον προσδιορισμό του ύψους του αντικειμενικώς επιβαλλόμενου προστίμου, αφετέρου δε τις παραβάσεις τις οποίες αυτό αφορά, δεδομένου μάλιστα, ότι τα συγκεκριμένα ζητήματα δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι συνιστούν θέματα τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η διάταξη του άρθρου 1 της υπ’ αριθμ. 27397/122/2013 απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλειας και Πρόνοιας και συνακόλουθα η τροποποιητική και συμπληρωματική αυτής υπ’ αριθμ. Φ. 11321/11115/802/2014, βρίσκονται εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης και είναι ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες.

Επειδή αρνούμαι την οποιαδήποτε παραβίαση διάταξης της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας και ειδικότερα την παραβίαση του άρθρου 20 του ν. 4255/2014 και του άρθρου 1, 2 της Υ.Α. Φ11321/11115/802/2-6-2014, η οποία μου προσάπτεται, γεγονός που θα αποδείξω ενώπιον του Δικαστηρίου Σας.

Επειδή η παρούσα προσφυγή μου είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθής, φέρεται δε ενώπιον του καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιου Δικαστηρίου.

 Για τους λόγους αυτούς

Και για όσα επιφυλάσσομαι να προσθέσω νόμιμα κατά τη συζήτηση της παρούσας

Αιτούμαι

Να γίνει δεκτή η παρούσα προσφυγή μου.

Να ακυρωθεί, άλλως εξαφανιστεί η υπ’ αρ. ............. Πράξη Επιβολής Προστίμου της Ειδικής Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφάλισης (Ε.ΥΠ.Ε.Α.) του υποκαταστήματος ΙΚΑ Συντάγματος.

Πληρεξούσια και αντίκλητο πάσης επιδόσεως διορίζω την υπογράφουσα δικηγόρο, Γαραντζιώτη Αννίτα-Θεώνη, κάτοικο Αθηνών, οδός Σιθωνίας 32-34 Αμπελόκηποι, κάτοχο ΑΜ/ΔΣΑ 35900.

 

Αθήνα 23/5/2016

Η πληρεξούσια δικηγόρος

annitagrn@gmail.com

info@annitagaran.gr